
Τι άραγε αναζητά ο σύγχρονος ψαροκυνηγός όταν ξεκινά την ψαρευτική του μέρα; Δόξα; Φήμη; Αυτοεπιβεβαίωση; Η απάντηση βρίσκεται σε κάτι πολύ πιο ταπεινό όσο και κρίσιμο. Τη διαιώνιση της κυνηγετικής πράξης μέσω της ίδιας της πράξης. Να μπορούμε να κυνηγάμε ψάρια με το κράτημα της ανάσας και την επόμενη μέρα. Αυτό είναι το σημερινό δισκοπότηρο. Εξάλλου το να πιάσει ένα μεγάλο ψάρι κάποιος δεν αντιστοιχεί και με την ανακάλυψη του φαρμάκου για τον καρκίνο (αν και μερικοί ψαροκυνηγοι περίπου αυτό πιστεύουν). Επαναπροσδιορίζοντας λοιπόν τις αξίες του ο καθένας από εμάς πρέπει να αναρωτηθεί τι μπορεί να πράξει σε μια θάλασσα που δείχνει να στερεύει και όπως φαίνεται ο μόνος ρυθμιστικός παράγοντας είναι ο ίδιος του ο εαυτός.
Εντάξει, μπορεί κάποιος να αντιπαραθέσει, τα κοπάδια των συναγρίδων και των σαργών δεν απειλούνται μόνο από τον ψαροκυνηγό ή απειλούνται σε ελάχιστο βαθμό σε σχέση με άλλες αλιευτικές πρακτικές και δη τις επαγγελματικές. Αλλά η συνειδητοποίηση και ο επωμισμός της ατομικής ευθύνης αποτελούν θεμέλιο λίθο για τη συγκρότηση της συλλογικής που τόσο εκλείπει στις μέρες μας. Μπορούμε να στηριχθούμε πλέον μόνο στο ψαρευτικό μας ένστικτο ή πρέπει να επικρατήσει η λογική; Γιατί λοιπόν ακονίζουμε τις βέργες στα όλο και μακρύτερα όπλα μας; Τι κυνηγάμε; Ποιο είναι το σωστό ψάρι;
Τα πράγματα θα έπρεπε να είναι πιο απλά. Αλλά δυστυχώς δεν είναι. Πριν κάποια χρόνια το μόνο πρόβλημα ήταν και πολύ ευχάριστο. Πώς θα αλιεύσει κάποιος όλο και μεγαλύτερα θηράματα από αυτά που ήδη έχει πιάσει στην καριέρα του. Ποιο ήταν το όφελος; Αυτό μπορεί να το απαντήσει ο καθένας για τον εαυτό του, αν και διατηρώ τις επιφυλάξεις μου, αφού πολλές φορές οι πράξεις μας άγονται και φέρονται από τις πράξεις της μάζας ή επειδή κάποιος «ειδικός» είπε πως αυτό είναι το σωστό. Ανοίγω μια παρένθεση εδώ για να αναζητήσω τα αίτια αυτής της συμπεριφοράς.
Η σύγκριση των κυνηγετικών ικανοτήτων ανάμεσα στα μέλη μιας φυλής πιθανότατα έχει προεκτάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο της επιστήμης της ανθρωπολογίας. Οι κυνηγοί των αρχαίων φυλών που συμμετείχαν σε τέτοιου είδους συγκρίσεις (ακουσίως ή εσκεμμένα) αποκόμιζαν πλείστα οφέλη όπως κοινωνική αναγνώριση και αποδοχή, ενώ το αν κάποιος μπορούσε να φέρει στο τραπέζι άφθονη τροφή θα έπρεπε να θεωρείται ενδεικτικό της ικανότητάς του να θρέψει τέκνα. Άρα, από εξελικτική άποψη, τα γονίδιά του είχαν περισσότερες πιθανότητες να μεταβιβαστούν στην επόμενη γενιά σε σχέση με κάποιο άλλο μέλος της φυλής με υποδεέστερες ικανότητες στο κυνήγι.
Βαθιά ριζωμένη στο παρελθόν αυτή η τάση, από τότε που το ανθρώπινο είδος ανακάλυψε τη θήρευση άγριων ζώων ως μέσο κτήσης της τροφής του, είναι δύσκολο να αποδιωχθεί και να εκλογικευθεί. Η προβολή αυτής της αταβιστικής συμπεριφοράς αποτελεί μέχρι και σήμερα για τους περισσότερους την πρέπουσα αλιευτική λογική. Μάλιστα πολλοί ψαροκυνηγοί ευαγγελίζονται την επιλεκτικότητα περιορίζοντάς την στη δυνατότητα επιλογής από μέρους τους του μεγαλύτερου θηράματος του ιχθυαποθέματος. Ας δούμε όμως τους λόγους για τους οποίους η επικρατούσα λογική δεν είναι απαραίτητα και η σωστή.
Γήρας, ου γαρ έρχεται μόνον (συνοδεύεται από αύξηση γονιμότητας!)
Σε καθαρή αντίθεση με τους ανθρώπους τα περισσότερα ψάρια με τον καιρό εκτός από το ότι γίνονται εξυπνότερα γίνονται και γονιμότερα. Αυτό υποστηρίζουν πολλές επιστημονικές εργασίες (π.χ. Morita & Takashima, 1998, Lauer et al., 2005). Τα μεγαλύτερα ψάρια μπορούν να παράγουν περισσότερα αυγά καλύτερης ποιότητας δίνοντας μια επιπλέον ώθηση στον αγώνα της επιβίωσης των νεαρών ατόμων. Έχει παρατηρηθεί πως τα αναπτυσσόμενα έμβρυα μπορούν να είναι πιο εύρωστα όταν τα αυγά προέρχονται από γονείς μεγαλύτερου μεγέθους (Coates 1988, Berkeley et al.,2004). Αυτό το συμπέρασμα διατυπώνεται από τους ιχθυολόγους ως θεωρία BOFFF(Big Old Fat Fecund Females).
Ας τα δούμε όλα αυτά στο προσφιλές μου παράδειγμα, αυτό του Ροφού (Epinephelus marginatus). Η εργασία των Renones et al.(2010) περιλαμβάνει ένα πλήθος στοιχείων για την αναπαραγωγή του συγκεκριμένου είδους. Το γεγονός ότι αυτή η μελέτη δημοσιεύθηκε αφού έγραψα το άρθρο περί αναπαραγωγής των ψαριών με οδηγεί στο να παραθέσω κάποια συμπληρωματικά στοιχεία, έστω και όψιμα. Η έρευνα αυτή διεξήχθη στις Βαλεαρίδες και οι δειγματοληψίες περιελάμβαναν στο μεγαλύτερο μέρος τους ψάρια από αγώνες υποβρύχιας αλιείας. Ανάμεσα στα ψάρια που μελετήθηκαν το αξιοσημείωτο είναι πως παρατηρήθηκε ένα ψάρι βάρους 19,3 kg το οποίο ήταν θηλυκό! Αυτό δείχνει πόσο ελαστικοί είναι οι κανόνες της αναπαραγωγής στη θάλασσα αφού, όπως έχει αναφερθεί, το είδος αυτό κατατάσσεται στα πρωτόγυνα ερμαφρόδιτα (θηλυκό μέχρι τα 7 με 12kg, κατόπιν αρσενικό). Μάλιστα τα ψάρια που αλιεύθηκαν με ψαροντούφεκο, επειδή συλλέχθηκαν σε πιο ρηχά νερά, έτειναν να είναι και πιο γόνιμα σε σχέση με αυτά που συλλέχθηκαν από επαγγελματικά εργαλεία σε βαθύτερες ζώνες. Αυτό είναι ενδεικτικό της πίεσης που ασκεί η υποβρύχια αλιεία στους πληθυσμούς του είδους. Και σε αυτή τη μελέτη επιβεβαιώνεται ο κανόνας που θέλει τα πιο μεγάλα σε μέγεθος ψάρια να συνεισφέρουν πολύ περισσότερο στο αναπαραγωγικό δυναμικό των πληθυσμών απ’ ό,τι τα μικρότερα.
Είναι ευνόητο πως και τα υπόλοιπα είδη που κυνηγάμε στις θάλασσές μας υπόκεινται στα παραπάνω. Οι Loir et al.(2001) παρατήρησαν γραμμική συσχέτιση ανάμεσα στο μήκος και στο πλήθος των αυγών ανά ωοαπόθεση για τη συναγρίδα.
Ο Froese (2004) προτείνει τρεις δείκτες για να αντιμετωπιστεί η υπεραλιεία:
1)Ποσοστό ώριμων ψαριών με στόχο το 100% της ψαριάς να αποτελείται από τέτοια.
2)Ποσοστό ψαριών με το βέλτιστο μήκος με στόχο πάλι το 100%.
3)Ποσοστό μεγαγεννητόρων με στόχο η ψαριά να μην περιλαμβάνει ούτε ένα ψάρι από αυτά.
Όσον αφορά στον πρώτο δείκτη μπορεί να ειπωθεί πως οι ψαροκυνηγοί είναι αρκετά συνειδητοποιημένοι, αν και υπάρχει σχετική σύγχυση ως προς το μέγεθος πρώτης ωριμότητας. Έγινε προσπάθεια αποσαφήνισης των ορίων αυτών σε προηγούμενα άρθρα της στήλης και παραπέμπω σε αυτά. Ας έχουμε κατά νου όμως πως οι σπαρίδες δεν κινδυνεύουν από υπεραλιεία μη ώριμων ατόμων από ψαροντούφεκο. Αντίθετα, οι σερρανίδες είναι ιδιαίτερα ευάλωτες, ειδικά ο Ροφός, καθώς μεγέθη ψάριων που δεν έχουν φτάσει σε αναπαραγωγική ηλικία θεωρούνται από πολλούς αποδεκτά (ακόμη και από το νόμο).
Ο δεύτερος δείκτης αφορά κυρίως την αλιεία μέσης και μεγάλης κλίμακας, αφού αφορά οικονομικούς και βιολογικούς παράγοντες (μεγιστοποίηση κιλών ψαριάς με τη λιγότερη δυνατή επιβάρυνση της ευρωστίας του ιχθυαποθέματος). Το βέλτιστο μήκος βρίσκεται λίγο πιο πάνω από το μέγεθος πρώτης ωριμότητας.
Ο τρίτος δείκτης αποτελεί την αφορμή συγγραφής αυτού του άρθρου. Πόσοι ψαροκυνηγοι τον τηρούν; Μάλλον κανένας, αφού σχεδόν όλοι νιώθουμε πρωτόγονη χαρά όχι μόνο στο πιάσιμο, αλλά και στη θέα ενός μεγάλου ψαριού. Πόσοι από εμάς έχουν σκεφτεί πως ένας μεγάλος Ροφός μπορεί να γεννήσει πολλαπλάσιους απογόνους σε σχέση με έναν μικρότερο; Θα ήταν σκόπιμο λοιπόν, αν θέλουμε να διαιωνήσουμε την κυνηγετική πράξη, να θέσουμε και ένα «προς τα επάνω» όριο επιτρεπτού μεγέθους. Είμαι πεπεισμένος πως μόνο οι ψαροκυνηγοί μπορούν να το πράξουν αφού οι υπόλοιποι ψαρεύουν «στα τυφλά».
Ισχνές συναγρίδες (συμπεράσματα)
Η διαχειριστική εξίσωση γίνεται όλο και δυσκολότερη αφού περιλαμβάνει περισσότερες παραμέτρους από αυτές που φανταζόμασταν. Μία τέτοια παράμετρος είναι και τα «προς τα επάνω» όρια στα μεγέθη. Δεν πρέπει να παραβλεφθεί όμως και η παράμετρος της ευχαρίστησης που αποκομίζει ο ψαράς πιάνοντας ένα μεγάλο ψάρι, ανεξαρτήτως των παραγόντων που έχουν καθιερώσει την πράξη αυτή καθεαυτή ως ευχάριστη. Ούτως ή άλλως ο ψαροκυνηγός βρίσκεται στη θάλασσα τις περισσότερες φορές για την περιπέτεια του ψαρέματος και όχι για στυγνή οικονομική εκμετάλλευση των ιχθυαποθεμάτων. Αποκαθηλώνοντας το μεγάλο ψάρι από τη συνείδηση του rookie ψαροκυνηγού είναι σαν να λες σε μικρό παιδί πως δεν υπάρχει ο Άγιος Βασίλης, πράγμα άδικο εφόσον οι ενήλικες έχουν δημιουργήσει τους μύθους των παιδιών.
Διανύουμε λοιπόν περίοδο κυνηγιού ισχνών συναγρίδων; Μάλλον ισχνών Ροφών αφού τα υπόλοιπα είδη δεν μπορεί κανείς να υποστηρίξει πως απειλούνται από την υποβρύχια αλιεία, με εξαίρεση τις στήρες και τους μεγάλους σαργούς των αναπαραγωγικών θαλαμιών. Μάλιστα οι Renones et al.(2010) προτείνουν ως ανώτατο όριο μεγέθους για το Ροφό τα 80cm ολικού μήκους ήτοι περίπου 8kg σε βάρος. Θα ήταν αυτομαστιγωτικό να πούμε πως ο ψαροκυνηγός ευθύνεται για αλιεία μεγάλων υπεργόνιμων ατόμων όσον αφορά στα υπόλοιπα είδη. Όποιος λοιπόν προσπαθεί να πιάσει μεγάλες συναγρίδες, ας συνεχίσει να προσπαθεί. Ωστόσο, είναι τελείως αναχρονιστικό να δίνονται βραβεία μεγάλύτερου ψαριού (συνήθως Ροφού) σε αγώνες υποβρύχιας αλιείας, αφού αυτά θεσπίστηκαν σε εποχές αφθονίας που δυστυχώς έχουν παρέλθει. Μοιραία επιδοκιμάζοντας τέτοιου είδους συλλήψεις ταυτίζεται η έννοια του καλύτερου ψαρά με την ικανότητα σύλληψης μεγάλων ψαριών (μάλλον καλύτερος ψαράς είναι αυτός που χαίρεται το ψάρεμα με ή χωρίς μεγάλα ψάρια).
Η χαρά της αλιευτικής πράξης πρέπει να διατηρηθεί πρωτόγονη, θεμελιώδης και καθαρή, όχι όμως εις βάρος της ίδιας της πράξης. Ο Ροφός αποτελεί τον εμβληματικό πρωταγωνιστή του μύθου του μεσογειακου ψαροντούφεκου και χωρίς αυτόν ο μύθος θα είναι λειψός. Ας κάνουμε λοιπόν ό,τι περνάει από το χέρι μας για να διασωθεί ο μύθος πρώτα για τους εαυτούς μας και κατόπιν για τις επόμενες γενιές.
πηγη http://www.e-bluemagazine
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου