Τετάρτη 30 Μαΐου 2012
Ένας παράδεισος σε κίνδυνο
Της ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΣΙΜΙΤΣΙΑΔΗ
«Φανταστείτε έναν υποθαλάσσιο κόσμο, απ’ όπου θα λείπουν οι καρχαρίες, οι φάλαινες και τα δελφίνια και στη θέση τους θα κυριαρχούν οι μέδουσες και τα φύκια. Αυτή η εικόνα δεν αφορά το μέλλον αλλά συμβαίνει τώρα», γράφει στο βιβλίο «Ο ωκεανός της ζωής» ο θαλάσσιος βιολόγος Καλούμ Ρόμπερτς. Παράδειγμα αυτής της ζοφερής εικόνας αποτελεί το νησί Κι Ουέστ, ένας μικροσκοπικός παράδεισος που απέχει περίπου 200 χιλιόμετρα από το Μαϊάμι και 170 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα της Κούβας, Αβάνα.
Σύμφωνα με τα δεδομένα πρόσφατης επιστημονικής μελέτης, κάθε χρόνο η απώλεια της βιοποικιλότητας των υφάλων της περιοχής φτάνει το 6%. Η αιτία για τη δραματική μείωση του σπάνιου αυτού οικοσυστήματος εντοπίζεται τόσο στην υπεραλίευση όσο και στην παράνομη αλιεία που έχει στόχο τα τροπικά ψάρια. «Τα φυτοφάγα ψάρια έχουν μειωθεί σε τέτοιο βαθμό που τα φύκια υπερκαλύπτουν τους υφάλους. Αυτό έχει ως συνέπεια τη μεταμόρφωση του οικοσυστήματος και τη σταδιακή νέκρωσή του. Οφείλουμε να βάλουμε τέλος στην κατανάλωση αυτών των ψαριών αλλά και στην παράνομη αγορά τροπικών ειδών για τα ενυδρεία. Ταυτόχρονα, πρέπει να σταματήσουν τα πλοία να αγκυροβολούν στους υφάλους και, φυσικά, να ληφθούν μέτρα κατά της ρύπανσης, πριν η κατάσταση γίνει μη αναστρέψιμη», εξηγεί η Μισέλ Παντάκ, η οποία συμμετείχε στη συντακτική ομάδα της μελέτης.
Οι αλλαγές που έχουν καταγραφεί στο πέρασμα των δεκαετιών, τόσο ως προς τα μεγέθη των ψαριών όσο και ως προς το πλήθος τους, είναι ενδεικτικές της άσχημης κατάστασης που επικρατεί στον βυθό γύρω από το νησί. Μέσα σε 50 χρόνια, το μέσο εκτιμώμενο βάρος των ψαριών μειώθηκε δραματικά από 19,9 σε 2,3 κιλά. Μέχρι το 1960, στη θάλασσα του Κι Ουέστ κυριαρχούσαν κοπάδια μεγάλων ψαριών αλλά και θηρευτές, όπως οι καρχαρίες με μήκος που ξεπερνούσε τα 2 μέτρα. Σήμερα, όμως, τα περισσότερα κοπάδια αποτελούνται από μικρά ψάρια όπως λυθρίνια που δεν ξεπερνούν σε μήκος τα 35 εκατοστά, ενώ αλλαγή έχει παρατηρηθεί και στο μέγεθος των καρχαριών, που μέσα σε μισό αιώνα έχει μειωθεί κατά 50%.
«Η οξίνιση της θάλασσας και οι ασθένειες των κοραλλιών που έχουν παρατηρηθεί στο Κι Ουέστ, είναι δύο μόνο από τις συνέπειες της ρύπανσης και, κατά συνέπεια, της κλιματικής αλλαγής. Πολλοί επιστήμονες προβλέπουν πως στο μέλλον μεγάλα τμήματα της θάλασσας -μεταξύ αυτών και το αρχιπέλαγος, όπου βρίσκεται το νησί- θα “κατοικούνται” από μέδουσες. Η αύξηση αυτή στον πληθυσμό των μεδουσών προκύπτει όταν τα θρεπτικά συστατικά στο νερό αυξάνονται και παράλληλα οι θηρευτές του είδους μειώνονται.
Δραματική μείωση
Τα πρώτα σημάδια έχουν κάνει την εμφάνισή τους, καθώς μέσα σε δύο χρόνια έχει απολεσθεί το 30% των υφάλων που βρίσκονται στα ρηχά σημεία του πυθμένα της θάλασσας», εξηγεί ο Κ. Ρόμπερτς. Η μέση θερμοκρασία στο νησί με τους 25.000 κατοίκους έχει ανέβει τα τελευταία χρόνια κατά 2ο C, ενώ η ποιότητα του θαλασσινού νερού έχει αλλάξει δραματικά προς το χειρότερο, λόγω των ανεπεξέργαστων λυμάτων που καταλήγουν στη θάλασσα. Σήμερα υπολογίζεται πως στις περιοχές των υφάλων καταλήγουν 600 εκατομμύρια γαλόνια λυμάτων την ημέρα, τόσο από τα 40 συνολικά κατοικημένα νησιά της περιοχής όσο και από τη γειτονική Φλόριντα. Στη ρύπανση συμβάλλουν, από την πλευρά τους, τα ιστιοφόρα και τα τουριστικά πλοία που απορρίπτουν στη θάλασσα χιλιάδες τόνους επικίνδυνων χημικών αποβλήτων. «Μέχρι τώρα, στο Κι Ουέστ τα σκουπίδια απορρίπτονται σε χωματερές και πολλές από τις υποδομές του νησιού λειτουργούν με σηπτικούς βόθρους. Το υπέδαφος και το νερό επιβαρύνονται σημαντικά, καθώς η σύσταση του εδάφους (πορώδης ασβεστόλιθος) απορροφά σημαντικές ποσότητες των λυμάτων», συμπληρώνει ο καθηγητής θαλάσσιων επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ στην Αυστραλία, Χανς Χοέγκ - Γκούλντμπεργκ.
πηγη http://www.real.gr/DefaultArthro.aspx?page=arthro&id=149700&catID=5
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου