Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012
Λεξικό με θαλασσινούς όρους -Ναυτική ορολογία
Λεξικό με θαλασσινούς όρους -Ναυτική ορολογία
ΑΒΑΡΑ: Επιφώνημα κατά την απομάκρυνση σκάφους από κάποιο σημείο.
ΑΒΑΡΙΑ: Ζημιά πλoίoυ ή του φορτίου του από κακοκαιρία.
ΑΒΑΡΙΣΜΑ: Απομάκρυνση σκάφους από την ακτή για να μη συγκρουσθεί ή προσαράξει.
ΑΓΑΝΤΑ: Το σημείο που πιανόμαστε για να κρατηθούμε ή να σπρώξουμε κάποιο σκάφος. Επίσης μπορεί να είναι ο πάσσαλος στην ακτή που δέσουμε το σκάφος.
ΑΓΚΟΙΝΗ: Σύρμα ή σχοινί που δένει τη σταυρωτή κεραία στο κατάρτι του ιστιοφόρου πλοίου.
ΑΓΚΟΥΡΕΤΟ: Η μικρή άγκυρα βάρκας.
ΑΓΚΥΡΟΒΟΛΙΟ: Όρμος κατάλληλος για να ρίξει άγκυρα το σκάφος, επίσης λέγεται και το λιμάνι.
ΑΘΙΒΟΛΙΑ: Πέταγμα με το χέρι μικρού διχτύου στη θάλασσα.
ΑΚΑΤΙΟ: Η μικρή βάρκα.
ΑΚΑΤΟΣ: Μεγάλη βάρκα πλωτού που κινείται με πανιά ή κουπιά.
ΑΚΡΟΒΟΛΙ: Βαρίδι από μολύβι.
ΑΚΡΟΔΕΑ: Λεπτό σχοινί
ΑΚΡΟΔΕΣΜΟΣ: Ναυτικός κόμπος.
ΑΚΡΟΠΡΩΡΟ: Η άκρη της πλώρης.
ΑΚΤΑΙΟΣ: Αυτός που βρίσκεται κοντά στην ακτή.
ΑΚΤΑΙΩΡΟΣ: Φύλακας ή πλοίο που φυλά τις ακτές.
ΑΛΑΡΜΗ: Το αλμυρά νερά.
ΑΜΜΟΥΔΑ: Θαλάσσιος βυθός με άμμο.
ΑΜΠΑΡΙ: Το κήτος του πλοίου.
ΑΝΑΒΑΘΡΑ: Η κινητή σκάλα πλωτού από σχοινί ή ξύλο.
ΑΝΑΡΗΧΟΣ: Αυτός που δεν έχει μεγάλο βάθος.
ΑΝΕΜΙ: Ασθενής άνεμος.
ΑΝΕΜΟΓΑΛΟΥΔΑ: Ο πολύ δυνατός άνεμος.
ΑΝΕΜΟΔΑΡΤΟΣ: Ο ταλαιπωρημένος από ανέμους.
ΑΝΕΜΟΛΟΓΙ: Το ακτινωτό διάγραμμα πυξίδας.
ΑΝΕΜΟΣΟΥΡΙ: Δυνατός άνεμος με βοή.
ΑΝΕΜΟΧΟΛΟ: Δυνατός και ξαφνικός αέρας.
ΑΝΕΜΟΚΟΥΝΗΜΑ: Θυελλώδης άνεμος.
ΑΝΕΜΟΚΑΙΡΙ: Καιρός με πολλούς ανέμους.
ΑΝΤΑΡΑ: Η μεγάλη κακοκαιρία.
ΑΠΑΓΚΙΟ: Σημείο πoυ δεν το πιάνει ο αέρας.
ΑΠΑΝΕΜΟΣ ή ΥΠΗΝΕΜΟΣ : Μέρος ήσυχο χωρίς αέρα.
ΑΠΙΚΟΥ: Κάθομαι ακίνητος πάνω από κάτι.
ΑΠΟΒΟΡΙ: Ασθενής βόρειος άνεμος.
ΑΠΟΘΑΛΑΣΣΙΑ: Η ταραγμένη θάλασσα.
ΑΠΟΝΕΡΑ: Τα νερά (το κύματα) που δημιουργεί το πλοίο καθώς κινείται.
ΑΠΟΠΛΕΩ: Φεύγω από κάποιο λιμάνι.
ΑΠΟΠΛΟΥΣ: Η έξοδος πλοίου από το λιμάνι.
ΑΠΟΣΠΕΡΟΣ: Δυτικός άνεμος.
ΑΠΟΧΕΣ: Στενή λουρίδα του βυθού συνήθως παράλληλη με την παραλία. Υπάρχουν πολλές φωλιές ψαριών και προσφέρονται για ψάρεμα
ΑΠΟΧΗ: Μικρό φορητό δίχτυ.
ΑΡΑΞΙΑ: Το ρίξιμο της άγκυρας.
ΑΡΑΞΟΒΟΛΙ: Μέρος ήσυχο κοντά στη στεριά για να αγκυροβολήσει πλοίο.
ΑΡΙΒΑΡΩ: Καταπλέω, φτάνω.
ΑΡΜΕΝΙΖΩ: Πλέω με ανοικτά πανιά.
ΑΡΜΗ: Το νερό της θάλασσας.
ΑΡΜΠΟΥΡΟ: Το κατάρτι του πλοίου.
ΑΡΟΔΟΥ: Η κίνηση του σκάφους μόνο με τη δύναμη του αέρα.
ΑΦΕΓΓΟΣ: Ο ουρανός τη νύχτα χωρίς άστρα.
ΒΕΝΘΟΣ: Ο βυθός της θάλασσας.
ΒΙΡΑ: Τράβα, σήκωσε.
ΒΙΡΑΡΙΣΜΑ; Σήκωμα της άγκυρας.
ΒΙΣΤΑΛΟΓΚΑ: Το αλιευτικό γυαλί.
ΒΡΕΧΟΥΜΕΝΑ: Τα μέρη του σκάφους κάτω από την ίσαλο γραμμή.
ΒΥΘΟΜΕΤΡΟ: Ηλεκτρονική συσκευή που μετρά το βάθος του βυθού.
ΓΑΡΛΙΝΟ: Σκοινί για να ανεβοκατεβάζουν την άγκυρα.
ΓΑΦΑ: Γάντζος για να συγκρατεί την άγκυρα.
ΓΕΜΟΣ: Το φορτίο τoυ πλοίου.
ΓΕΔΕΚΙ: Το ρυμουλκούμενο σκάφος.
ΓΙΑΛΟΥΣΗΣ: Ο εργαζόμενος στην ακροθαλασσιά.
ΓΙΑΛΩΝΩ: Πλησιάζω στην στεριά.
ΓΟΛΕΤΑ: Πλοίο με δύο κατάρτια.
ΓΟΥΛΙΑΣΜΑ / ΣΒΟΥΡΙΣΜΑ: Το τρίψιμο για να μαλακώσει το χταπόδι.
ΓΡΙ-ΓΡΙ: Ψαροκάικο με πυροφάνι.
ΓΡΥΠΑΡΗΣ: Αυτός που ψαρεύει με γρύπο.
ΔΕΣΤΡΑ: Σίδερο στη προκυμαία για να δένουν τα σκάφη.
ΔΙΑΒΑΘΡΑ: Σανίδα για να επικοινωνεί το σκάφος με τη στεριά.
ΔΙΑΚΙ: Η λαβή του πηδαλίου.
ΔΙΑΥΛΟΣ: Στενό που συνδέει δύο θάλασσες.
ΔΙΓΟΦΙ: Εργαλείο για να ξεκολλούν τα όστρακα από το βυθό.
ΔΙΝΗ: Η περιστροφική κίνηση του νερού.
ΔΡΟΛΑΠΑΣ: Δυνατός αέρας με βροχή.
ΕΙΣΠΛΕΩ: Μπαίνω σε κάποιο λιμάνι.
ΕΚΤΑΜΑ: Το μήκος της αλυσίδα που συγκροτεί την άγκυρα και βρίσκεται μέσα στη θάλασσα.
ΕΜΠΑΤΗ: Η είσοδος του πλοίου σε λιμάνι.
ΕΝΑΛΙΟΣ: Αυτός που ανήκει στη θάλασσα.
ΕΞΑΛΑ: Τα μέρη του σκάφους που είναι πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
ΕΞΑΝΤΑΣ: Όργανο που προσδιορίζει το στίγμα.
ΕΞΟΚΕΙΛΩ: Πέφτω στη στεριά.
ΕΠΙΝΕΙΟ: Μικρό λιμάνι ή όρμος.
ΕΡΜΑ: Βάρος στα αμπάρια για την ευστάθεια του πλοίου.
ΘΑΛΑΜΙ: Φωλιά
ΘΑΛΑΣΣΟΛΥΚΟΣ: Ο παλιός και έμπειρος ναυτικός
ΙΣΑΛΟΣ: Το μέρος του σκάφους που βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με την επιφάνεια της Θάλασσας
ΚΑΒΑΤΖΑΡΙΣΜΑ: Η παράκαμψη
ΚΑΒΟΣ: Χοντρό σχοινί πλοίου
ΚΑΜΠΑΝΕΛΙ: Στύλος που δένονται τα σχοινιά του σκάφους.
ΚΑΛΑΡΩ: Ρίχνω τα δίχτυα στη Θάλασσα.
ΚΑΡΓΑΡΙΣΜΑ: Σφίξιμο σχοινιών.
ΚΑΡΝΑΓΙΟ: Μέρος που φτιάχνονται τα πλοία.
ΚΑΤΑΠΛΕΩ: Έρχομαι από το πέλαγος στο λιμάνι.
ΚΟΤΣΑΡΩ: Φέρνω το σκάφος κοντά σε κάποιο σημείο (Κοτσάρω το τρέιλερ στον κοτσαδόρο).
ΚΟΥΒΕΡΤΑ: Το επάνω μέρος του πλοίου.
ΛΑΣΚΑ: Χαλαρά.
ΛΑΣΚΑΡΩ: Χαλαρώνω το τέντωμα σχοινιού.
ΛΙΜΙΩΝΑΣ: Το λιμάνι.
MAΪNA: Πρόσταγμα που σημαίνει χαλάρωσε.
ΜΑΛΑΓΡΑ: Φαγητό που ρίχνουν οι ψαράδες για να προσελκύουν τα ψάρια
ΜΑΝΟΥΒΡΑ: Ο χειρισμός του σκάφους όταν χρειάζεται να αποφύγει η να προσεγγίσει κάτι.
ΜΕΤΖΑΒΟΛΤΑ: Το μπλέξιμο των αγκύρων.
ΜΟΛΑ ή ΑΜΟΛΑ: Άφησε, ελευθέρωσε.
ΜΟΥΡΑΓΙΟ: Το λιμάνι.
ΜΟΥΤΣΟΣ: Ο δόκιμος ναύτης.
ΜΠΟΣΙΚΑ: Χαλαρά, όχι καλά σφιγμένο.
ΜΠΟΥΡΙΝΙ: Ξαφνική κακοκαιρία.
ΜΥΧΟΣ: Το πιο βαθύ σημείο ενός λιμανιού ή κόλπου.
ΜΩΛΟΣ: Προέκταση μέσα στην Θάλασσα.
ΝΑΥΛΟΣ: Aντiτιμο για την μεταφορά φορτίου ή ανθρώπων.
ΝΕΤΑΡΩ: Ισιώνω το σχοινί, το παραγάδι.
ΝΕΩΡΙΟ: Μέρος που κατασκευάζονται σκάφη.
ΝΤΟΚΟΣ: Μέρος που δένουν πολλά πλοία στο λιμάνι.
ΞΑΝΕΜΙΑ: Μέρος που δεν το πιάνει ο αέρας.
ΞΑΡΤΙ: Το σχοινί του πλοίου.
ΞΕΜΠΟΤΣΑΡΩ: Αφήνω ελεύθερο κάτι που έχει δεθεί στο σκάφος.
ΞΕΝΕΡΙΣΜΑ: Όταν βγαίνει η προπέλα του σκάφους από το νερό.
ΞΕΡΑ: Βράχος στη μέση της Θάλασσας που φαίνεται δύσκολα.
ΞΕΡΕΣ: Έχει μόνο βράχια ακανόνιστα και μεγάλα ανοίγματα
ΟΙΑΚΙΟ: Μικρό πηδάλιο σκάφους.
ΟΡΜΙΣΚΟΣ: Το μικρό λιμάνι.
ΟΡΜΙΖΩ: Αράζω το πλοίο
ΟΡΜΟΣ: Μέρος για αγκυροβόλιο.
ΟΡΤΣΑ: Παράγγελμα. Προς το ρεύμα (κόντρα) του ανέμου.
ΟΣΤΡΙΑ: Νότιος άνεμος.
ΠΑΓΚΟΙ: Ο βυθός με μικρά βουναλάκια.
ΠΑΛΑΜΑΡΙ: Χοντρό σχοινί που δένουμε το σκάφος.
ΠΑΡΑΜΑΛΛΟ: Η κάθε πετονιά με αγκίστρι, από το παραγάδι.
ΠΕΛΑΓΟΔΡΟΜΩ: Ταξιδεύω στο πέλαγος.
ΠΡΥΜΝΑ: Το πίσω μέρος του σκάφους, εκεί όπου βρίσκεται το πηδάλιο.
ΠΕΡΙΤΡΟΧΟ: Το σχοινί με κόμπους για το σήκωμα της άγκυρας.
ΠΛΑΓΙΟΔΡΟΜΙΑ: Η πλεύση με τον άνεμο πλάι στο σκάφος.
ΠΛΕΥΡΙΣΜΑ: Το πλησίασμα του σκάφους στη προκυμαία / ντόκο.
ΠΛΩΡΗ: Το μπροστινό μέρος του πλοίου.
ΠΟΔΙΣΜΑ: Η αλλαγή στην πλεύση του πλοίου.
ΠΟΔΟΤΗΣ: Ο τιμονιέρης, ο λοστρόμος.
ΠΟΝΤΖΑ: Παράγγελμα που σημαίνει Πήγαινε, πόδισε.
ΠΟΝΤΙΖΩ: Ρίχνω την άγκυρα.
ΠΟΡΤΟ: Λιμάνι.
ΠΡΙΜΑ: Το ταξίδι με ούριο άνεμο.
ΠΡΟΒΛΗΤΑ: Η φυσική ή τεχνητή προεξοχή στη θάλασσα.
ΠΡΟΣΑΡΑΞΗ: Όταν κολλήσει το πλοίο στο βυθό.
ΠΡΟΣΩ: Διαταγή εκκίνησης προς τα εμπρός
ΠΡΥΜΑΤΣΑ: Σχοινιά της πρύμνης
ΡΑΔΑ: Αγκυροβόλιο σε ανοιχτό μέρος.
ΡΕΜΕΝΤΖΟ: Χοντρό σχοινί που χρησιμοποιείται για το δέσιμο του σκάφους.
ΡΟΤΑ: Η κατεύθυνση του πλοίου όταν ταξιδεύει.
ΣΑΛΑΜΟΥΡΑ: Νερό με μεγάλη ποσότητα αλατιού για τη διατήρηση ψαριών.
ΣΚΑΝΤΖΑ: Αλλαγή, μπαίνω στη Θέση κάποιου άλλου.
ΣΚΟΠΕΛΟΣ: Ο βράχος που εξέχει λίγο από την επιφάνεια της Θάλασσας.
ΤΙΜΟΝΕΜΑ: Ο χειρισμός του πηδαλίου ενός σκάφους.
ΤΡΑΒΕΡΣΟ: Όταν το σκάφος χτυπιέται στα πλάγια από τα κύματα.
ΤΡΑΓΑΝΕΣ: Είναι οι σχετικά ομαλοί βυθοί, που έχουν μόνο άμμο και πέτρες.
ΤΡΟΚΑΔΕΣ: Μοιάζουν με τις τραγάνες αλλά ο βυθός τους είναι σκεπασμένος με μεγάλες πέτρες.
ΥΦΑΛΑ: Τα μέρη του σκάφους που βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια της Θάλασσας.
ΥΦΑΛΟΣ: Ο βράχος κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.
ΦΛΑΜΠΟΥΡΟ: Σημαία που χρησιμοποιούν τα σκάφη.
ΦΟΥΝΤΑΡΙΣΜΑ: Το ρίξιμο της άγκυρας.
ΦΥΚΙΑΔΕΣ: Οι βυθοί με άμμο που σκεπάζονται από φύκια.
ΨΑΡΟΤΟΠΟΣ: Μέρος με πολλά ψάρια.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου