
Σε κίνδυνο βρίσκονται δύο από τα σημαντικότερα υδάτινα οικοσυστήματα της Ελλάδας, ο Κόλπος του Αμβρακικού και η λιμνοθάλασσα του Αιτωλικού, καθώς το οξυγόνο στα βαθύτερα στρώματά τους είναι πλέον ανύπαρκτο.
Οι έρευνες που πραγματοποιεί το Εργαστήριο Θαλάσσιας Γεωλογίας και Φυσικής Ωκεανογραφίας του Τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος HYPOX, φέρνουν στην επιφάνεια την τραγική κατάσταση των δύο περιοχών και οι επιστήμονες επισημαίνουν πως, αν δεν ληφθούν μέτρα όσο είναι νωρίς, οι συνέπειες της καταστροφής θα είναι ανυπολόγιστες τόσο για το περιβάλλον όσο και για τις τοπικές κοινωνίες.
Χωρίς οξυγόνο
Η ρύπανση που προέρχεται από πολλές και διαφορετικές πηγές είναι ο βασικός εχθρός του Αμβρακικού. Ανεπεξέργαστα λύματα οικισμών, μπάζα και σκουπίδια, ξεπλύματα από τα φυτοφάρμακα και λιπάσματα που χρησιμοποιούν οι αγρότες στις γύρω περιοχές, αλλά και ποσότητες αποβλήτων από κτηνοτροφικές, πτηνοτροφικές και βιομηχανικές μονάδες καταλήγουν μέσω των ποταμών Λούρου και Αραχθου στον Αμβρακικό.
Η συνεχής «τροφοδότηση» των νερών του Κόλπου με αυτό το τεράστιο οργανικό φορτίο και η αυξημένη συγκέντρωση θρεπτικών στοιχείων, έχει σαν αποτέλεσμα τον ευτροφισμό που παρατηρείται στον κόλπο.
Το οργανικό υλικό, για να αποσυντεθεί, καταναλώνει όλο και περισσότερες ποσότητες οξυγόνου, οδηγώντας στο φαινόμενο της ανοξίας (παντελής έλλειψη οξυγόνου), από το οποίο απειλείται το οικοσύστημα, αλλά και οι άνθρωποι που εξαρτώνται από αυτό.
Αυτό το φαινόμενο μπήκε στο στόχαστρο των ερευνών και τα πρώτα αποτελέσματα έδειξαν πως ο Αμβρακικός είναι ένας κόλπος που αργοπεθαίνει και κινδυνεύει να γίνει νεκρή θάλασσα.
Οι μετρήσεις
Σύμφωνα με τις μετρήσεις που έγιναν, σε συνδυασμό με τη χρήση του υποβρύχιου τηλεπαραμετρικού οχήματος MEDUSA, κάτω από τα 35 μέτρα βάθος δεν υπάρχει καθόλου οξυγόνο, ενώ το οξυγόνο είναι ελάχιστο τους καλοκαιρινούς μήνες από το βάθος των 25 μέτρων.
Παράλληλα, οι έρευνες του εργαστηρίου έδειξαν πως από τα 411τετραγωνικά χιλιόμετρα της συνολικής έκτασης του πυθμένα του Αμβρακικού, το 50% (περίπου 217,5 τετρ. χλμ.) και το 28,5% της θαλάσσιας μάζας του Κόλπου δεν έχουν καθόλου οξυγόνο.
«Tο βαθυσκάφος του εργαστηρίου μας έφερε στην επιφάνεια εφιαλτικές εικόνες του βυθού. Αυτές οι συνθήκες, όμως, αναπτύχθηκαν στον κόλπο τα τελευταία τριάντα χρόνια και τα αποτελέσματα έδειξαν, δυστυχώς, πως στον Κόλπο έχει εγκατασταθεί ένα μόνιμο, ισχυρό και εκτεταμένο υποξικό/ανοξικό καθεστώς.
Ο Αμβρακικός είναι ένα ιδιαίτερο και ευαίσθητο περιβάλλον, καθώς είναι ένας ημίκλειστος κόλπος που επικοινωνεί με το ανοικτό πέλαγος διαμέσου των Στενών της Πρέβεζας.
Επιπλέον, δύο μεγάλα ποτάμια εκβάλλουν στον κόλπο, τροφοδοτώντας τον με τεράστιες ποσότητες γλυκού νερού. Οι δύο ποταμοί μεταφέρουν μεγάλες ποσότητες θρεπτικών συστατικών, κυρίως λόγω των φωσφορικών λιπασμάτων, τα οποία φαίνεται να παίζουν τον κύριο ρόλο για την ανάπτυξη των υποξικών/ανοξικών συνθηκών στον Κόλπο», εξηγεί ο καθηγητής Γιώργος Παπαθεοδώρου, επικεφαλής της έρευνας.
Ο πυθμένας του Κόλπου παρουσιάζει σήμερα μία εικόνα καταστροφής, με συνθήκες ακατάλληλες για τη διαβίωση των ψαριών, τα οποία, από ένα σημείο και κάτω, έχουν εξαφανιστεί. Μάλιστα, εκτός από τη νέκρωση του πυθμένα, έχει εντοπιστεί η παραγωγή υδρόθειου και μεθανίου, δύο τοξικών αερίων για οποιονδήποτε οργανισμό.
Το μεθάνιο
«Εκτός της υποβάθμισης και καταστροφής του θαλάσσιου οικοσυστήματος, το μεθάνιο είναι το κατ’ εξοχήν θερμοκηπικό αέριο, άρα η διαφυγή του από ανοξικές λεκάνες συμβάλλει στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, ενώ το υδρόθειο είναι τοξικό αέριο», αναφέρει ο καθηγητής.
«Η κατάσταση συνεχώς επιδεινώνεται και το φαινόμενο του ευτροφισμού έχει αυξηθεί. Οι προσπάθειες που γίνονται για να σωθεί ο Αμβρακικός, από τη μία δεν έχουν τον ρυθμό που απαιτείται και από την άλλη δεν αφορούν το σύνολο του Κόλπου, είναι σημειακές», τονίζει ο Δημήτρης Μπαρέλος, συντονιστής του Φορέα Διαχείρισης Υγροτόπων Αμβρακικού.
Το σκηνικό συμπληρώνει η ανεπαρκής λειτουργία των οκτώ σταθμών μέτρησης της ρύπανσης, οι οποίοι έχουν τοποθετηθεί σε διάφορα σημεία και οι οποίοι, λόγω ελλιπούς χρηματοδότησης, δεν συντηρούνται, με αποτέλεσμα να δίνουν αλλοιωμένα στοιχεία.
Απελπισμένοι οι αλιείς της περιοχής
Η πιθανή «κατάρρευση» του Κόλπου, όμως, δεν θα έχει επιπτώσεις μόνο στην ισορροπία του περιβάλλοντος, αλλά και στις τοπικές κοινωνίες, οι οποίες εξαρτώνται από τον πλούτο του Αμβρακικού.
Οι αλιείς της περιοχής είναι οι πρώτοι που βιώνουν την καταστροφή και, όπως αναφέρουν, τα πρώτα σημάδια είναι ήδη εμφανή. « Η ρύπανση ολοένα και επεκτείνεται και δεν έχει γίνει απολύτως τίποτα. Καθημερινά, βλέπουμε πως οι ψαριές μειώνονται, καθώς από τα 15 μέτρα και κάτω δεν υπάρχει ψάρι.
Αυτή την εποχή ψαρεύουμε τη γαρίδα και είναι ενδεικτικό πως πλέον σε ένα βράδυ μπορεί να πιάσουμε 5-8 κιλά γαρίδες, όταν στο παρελθόν πιάναμε 10-15 κιλά. Εχουμε κάνει ανά περιόδους προτάσεις για να υπάρξει λύση, όμως μας έχουν ξεχάσει», αναφέρει ο Παύλος Χαραλάμπους, αλιέας και πρόεδρος του Συλλόγου Ενεργών Πολιτών Αμβρακικού.
Μία από τις λύσεις για το τεράστιο πρόβλημα του Αμβρακικού ήταν και το ειδικό αναπτυξιακό πρόγραμμα «Αειφορική Ανάπτυξη στον Αμβρακικό (ΑΝΑΣΑ)», που εγκρίθηκε πριν από έναν χρόνο από το υπουργείο Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας.
Σύμφωνα με τη Γενική Γραμματεία Επενδύσεων και Ανάπτυξης, αν και το πρόγραμμα έχει παγώσει, ενδέχεται να προχωρήσει μόνο κατά το ήμισυ, δηλαδή στο κομμάτι που δεν εξαρτάται από εθνικούς πόρους αλλά συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
«Αν συνεχιστεί η παρούσα κατάσταση, είναι σίγουρο ότι η κατάσταση θα χειροτερεύει συνεχώς. Οσο ο Αμβρακικός αφήνεται στην τύχη του τόσο πιο δύσκολη θα είναι η αποκατάστασή του, αν υποτεθεί ότι θα παρέμβουμε όταν η κατάσταση θα είναι ακόμη αναστρέψιμη», σχολιάζει ο Γ. Παπαθεοδώρου.
ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΣΙΜΙΤΣΙΑΔΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου