

Η Πάτμος είναι σχετικά μικρό νησί, μέγιστου μήκους 10 μιλίων και μέγιστου πλάτους 6 μιλίων και με συνολικό μήκος ακτών τα 18 μίλια. Η έκτασή της φθάνει περίπου τα 34,5 τ.χλμ., με έδαφος βραχώδες και άγονο. Προσομοιάζει δε κατά διαμόρφωση και ακτογραφία με την Ιθάκη, με τη μόνη διαφορά ότι είναι τριπλάσιας έκτασης.
Η Πάτμος αποτελείται κυρίως από τρία τμήματα συνδεόμενα μεταξύ τους από δύο ισθμούς περί το μέσο του νησιού, όπου εκεί κατά την αρχαιότητα (σώζονται ερείπια) ήταν και η πρωτεύουσα, και παρά το νότιο άκρο.
Το έδαφός της είναι βραχώδες, ηφαιστειογενές και απότομο με ψηλότερη κορυφή τον Προφήτη Ηλία (270 μ.) που βρίσκεται στο κέντρο της νήσου, νότια της Χώρας (της ομώνυμης) Πάτμου. Υφίστανται ακόμα δύο υψώματα ένα στο βόρειο τμήμα τις "Σκλάβες", και ένα στο νότιο το "Πράσο".
Βράχος σκήτη στην παραλία του Γροίκου
Γενικά η ακτογραμμή της είναι πολυσχιδής με πλήθος ακρωτηρίων, όπως ο Τράγος, ο Γερανός και το Μπάλωμα, προς Α., το Φυρρό, η Τσατσάρλα και το Τσουλούφι (ή Εύδηλος) προς Β. και η Ελιά, το Κορτέσι και η Γενούπα προς Ν. Επίσης παρουσιάζει πλήθος όρμων και ορμίσκων, όπως η Σκάλα το επίνειο της νήσου Α. όρμος Κάμπου, Πόρτο Γκρίκο, και Δ. όρμος Λευκής, Πόρτο Μέριχα, Όλακας, Συκαμιάς και Πόρτο Σταυρός ΝΔ. Σημαντικότερες νησίδες που την περιβάλουν την Πάτμο είναι τα: Πρασονήσι, Τραγονήσι, Χιλιομόδι, Αγία Θέκλα, Αϊ Γιώργης, Σκλάβος και Σκλαβοπούλα, νησιά Μπαλάμου κλπ. Στη Πάτμο όμως υπάγονται και τα ανατολικότερα αυτής νησιά Αρκοί, Λειψοί και Αγαθονήσι.
Η Πάτμος μαζί με τα νησιά Αστυπάλαια και Λέρος υπάγονται στην επαρχία της Καλύμνου, ο δε κυριότερος συνοικισμός αυτής, η Χώρα (Πάτμος) αποτελεί ίδιο Δήμο, κτισμένη επί υψώματος όπου υπερέχει η Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου (του Ευαγγελιστή) σε μορφή μεγάλου κάστρου.
Άλλοι μικρότεροι συνοικισμοί του νησιού είναι η Σκάλα (επίνειο), ο Κάμπος (βόρεια) και το Διακόφτι και ο Σταυρός (νότια).
Η Πάτμος (κοινώς Πάτινος) που σπάνια αναφέρεται από τους αρχαίους συγγραφείς, Θουκυδίδης (3, 33), Στράβων (10, 448), απαντάται επιγραφικά και ως «Πάτνος». Το δε όνομα αυτής κάποιοι ετυμολογούν (και ο Κρίππεν) εκ του πάτνη = Φάτνη. Άλλοι δε εκ του όρους Λάτμος της Μικράς Ασίας όπου εκεί κατά τους αρχαίους χρόνους λατρευόταν ιδιαίτερα η Άρτεμις και ο κυνηγέτης ήρωας Ενδυμίωνας, απ΄ όπου και το πιθανότερο προήλθαν οι πρώτοι κάτοικοι του νησιού μεταφέροντας και τη λατρεία της Άρτεμης.
Μεταγενέστερα η Πάτμος αναφέρεται στα έργα «Σταδιασμοί Μεγάλης Θαλάσσης» (280-284) και «Οικουμένης περιήγηση» του Ευσταθίου (530) καθώς και από τον Λατίνο συγγραφέα Πλίνιο (Φυσική Ιστορία 4, 12, 23). Εκτός του ότι οι αρχαίοι κάτοικοι της Πάτμου και Λέρου είχαν κοινή προστάτιδα θεά την Άρτεμη ήταν εντελώς άσημοι μέχρι και των ρωμαϊκών χρόνων που το νησί ήταν τόπος εξορίας πολιτικών καταδίκων και αυτόν τον χαρακτήρα διατήρησε και στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους όπου και εξορίστηκε ο μαθητής του Ιησού, Ιωάννης και που συνέγραψε στη Πάτμο την Αποκάλυψη και το φερώνυμο αυτού «Ευαγγέλιο», τα ιερά βιβλία των Χριστιανών στη Καινή Διαθήκη.
Περί τον Δέκατο αιώνα η Πάτμος φαίνεται να έχει υποστεί πολλά δεινά από τους πειρατές, όπως όλα τα νησιά του Αιγαίου, και μνημονεύεται ως άσημος και σχεδόν έρημος νήσος. Ο 11ος αιώνας βρίσκει τη Πάτμο να λαμβάνει νέα ζωή. Μετά τη πτώση της Κωνσταντινούπολης (1453) στο νησί κατέφυγαν πολλοί πρόσφυγες από τη «Πόλη» και συν-αναπτύχθηκε ολόκληρος οικισμός που αργότερα προστέθηκαν και άλλοι πρόσφυγες προερχόμενοι από Κρήτη. Αυτός και ο οικισμός της Χώρας Πάτμου.
Οι κάτοικοι της Πάτμου λόγω του άγονου του νησιού και μη έχοντας άλλο πόρο ζωής αναγκάσθηκαν να επιδοθούν στη ναυτιλία και το εμπόριο διαθέτοντας στην αρχή μικρά πλοία. Για επαγγελματικούς και μόνο λόγους φρόντιζαν πάντα να διατηρούν «αγαθές σχέσεις» τόσο με τους Οθωμανούς όσο και με τους Λατίνους, εξαγοράζοντας την ησυχία, ασφάλεια και ελευθερία των με φόρους και δώρα που κατέβαλαν συχνά στους Τούρκους και Ενετούς.
Τον 17ο αιώνα η Πάτμος με τη συνύπαρξη της Μονής είχε καταστεί ναυτικό και εμπορικό κέντρο. Κατά τη περίοδο του υπέρ 20ετούς Ενετοτουρκικού πολέμου του λεγόμενου Κρητικού (1645 – 1669), η Πάτμος λειτουργούσε ως ναύσταθμος των Ενετών όπου με τη λήξη του πολέμου αυτού η μεν Κρήτη περιήλθε στους Ενετούς, ενώ η Πάτμος καταλήφθηκε από τους Τούρκους. Παρά ταύτα οι κάτοικοι συνέχισαν να αποκτούν περισσότερα πλοία, η δε Μονή δια της Πατμιάδος Σχολής περισσότερη αίγλη. Η Πάτμος κατά τις ειδήσεις των ταξιδιωτών εκείνης της εποχής φέρεται να μην είχε ποτέ ξένους μόνιμους κατοίκους πλην Ελλήνων και μόνο, όπως και στη συνέχεια μέχρι σήμερα.
Το 1770 κατά την επανάσταση του Ορλόφ η Πάτμος καταλήφθηκε από το Ρωσικό στόλο και σε γενόμενη τότε απογραφή βρέθηκε να αριθμεί 510 οικίες και 2.086 κατοίκους. Με τη συνθήκη Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774) οι Πάτμιοι επωφελούμενοι της παρουσίας των Ρώσων προξένων στο Αιγαίο και χρησιμοποιώντας τη ρωσική σημαία κατασκεύασαν μεγάλα πλοία και επιδόθηκαν στο θαλάσσιο εμπόριο. Η Πάτμος που ήταν επίσης γενέτειρα του ενός των ιδρυτών της Φιλικής Εταιρείας του Εμμανουήλ Ξάνθου με την έκρηξη της «Επανάστασης» στη Πελοπόννησο κατέστη ναυτικό επαναστατικό κέντρο και πολλοί κάτοικοί της έλαβαν μέρος στο αγώνα της Εθνεγερσίας.
Μετά τη συνθήκη Κωνσταντινουπόλεως (9 Ιουλίου 1832) η Πάτμος περιήλθε και πάλι στην Οθωμανική αυτοκρατορία όπου και παρέμεινε μέχρι το 1912 όπου καταλήφθηκε από τους Ιταλούς και που παρέμεινε σ΄ αυτούς μέχρι τη κατάρρευση του Φασισμού, περί το θέρος του 1943, όπου τους αντικατέστησαν γερμανικοί σχηματισμοί που με τη κατάρρευση του Ναζισμού παραδόθηκαν στους Συμμάχους. Τέλος δια της συνθήκης 10 Φεβρουαρίου του 1947 ενσωματώθηκε στην Ελλάδα μαζί με τα υπόλοιπα πρώην ιταλοκρατούμενα νησιά που απετέλεσαν τη Γενική Διοίκηση Δωδεκανήσου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου